Wednesday 16 January 2008

Κάθε πότε φοράω τον Παράδεισο



Απίθωσα τον μάλλινο Παράδεισό μου στην κρεμάστρα.
Άναψα ένα απο τα ψέμματά μου και το κάπνισα μέχρι που μου έκαψε τα δάχτυλα. Ο καπνός του στάθηκε στο ταβάνι ένοχο σύννεφο. Σε λίγο άρχισε να ξεφορτώνει τις χοντρές του στάλες στο άχρωμο δωμάτιο. Φόρεσα ξανά τον Παράδεισό μου και βγήκα έξω.
Απλώνοντας το χέρι μου, τσαλάκωσα τον χάρτινο ήλιο και τον έβαλα στη μέσα τσέπη μου. Που ξέρεις, μουρμούρισα. Κάπου μπορεί να χρειαστεί.
Έκλεισα την πόρτα και την βροχή πίσω μου.
Δεν με ακολούθησε ποτέ...

2 comments:

Anonymous said...

δεν έχω λέξεις...

Πανέμορφο!

την καλησπέρα μου

Νομίζω said...

Έτσι είναι το διαδίκτυο και τα blogs.
Συνεχώς ανακαλύπτεις.
Φοβερή η ατμόσφαιρα και η αισθητική που δημιουργείς. Τόσο στο παρών λακωνικό κείμένο όσο και στην Προσευχή 1 πιο κάτω, και πιο κάτω κ.ο.κ.

Καθημερινές συνήθειες γίνονται καπνός από προσφορές και θυσίες για να καταλήξουν στο ρουθούνι κάποιου θεού. Εν προκειμένω ο θεός είναι ο αναγνώστης σου.

Τα λέμε!